Ακόμη ένας αθλητικός δημοσιογράφος, ο Βασίλης Παπαθεοδώρου ασχολήθηκε με το «Σκίσε το manual». Εγραψε τις σκέψεις και την άποψή του για το βιβλίο μου στο gazzetta.gr. Και τον ευχαριστώ γι’ αυτό.
Αυτή την εβδομάδα το «Manual» πήγε στο τυπογραφείο για την 2η έκδοσή του, για την τέταρτη χιλιάδα αντιτύπων. Γεγονός που μου δίνει μεγάλη χαρά. Την εβδομάδα που πέρασε το βιβλίο βρέθηκε στο top10 ακόμη ενός μεγάλου βιβλιοπωλείου, του «Παπασωτηρίου».
Οπως έχω σημειώσει ξανά, αυτό που με ικανοποιεί στα όρια της συγκίνησης είναι το περιεχόμενο των μηνυμάτων που λαμβάνω από όλους εσάς μετά την ανάγνωση του βιβλίου. Ολα όσα συμβαίνουν μετά την κυκλοφορία του βιβλίου μου δίνουν πολύ κουράγιο. Διότι όλα αυτά είναι μια καθαρή απόδειξη που τεκμηριώνει τον ισχυρισμό ότι είναι πολλοί οι Ελληνες που ανησυχούν. Απόδειξη που προσφέρει σε πολλούς από εμάς, τους επαγγελματίες του αθλητισμού, μεγάλη, απέραντη ικανοποίηση.
Οι σκέψεις του Βασίλη Παπαθεοδώρου στο gazzetta.gr:
Δεν είναι αυτό που φαίνεται!
Η αναπαραγωγή των ίδιων και των ίδιων ονομάτων έγινε κουραστική. Και τι καλύτερη ευκαιρία από μια... αποτοξίνωση. Γράφοντας ένα βιβλίο δεν γίνεσαι συγγραφέας, ούτε ειδικός. Οπότε το βιβλίο του διευθυντή της «Εξέδρας» Βασίλη Σαμπράκου θα το κρίνουμε από τη θέση του κοινού αναγνώστη.
Ο τίτλος «Σκίσε το manual» δεν είναι εμπορικός γιατί δεν αντιλαμβάνεσαι εξ αρχής το νόημα και μοιάζει πολύ ψαγμένος. Αλλά πιστέψτε μας, τα 15 ευρώ αξίζουν τον κόπο. Κυρίως γιατί το βιβλίο δεν είναι αυτό που… φαίνεται. Δηλαδή ΔΕΝ είναι μυθιστόρημα όπως προαναγγέλλεται! Είναι βιβλίο βγαλμένο από την αληθινή ζωή ενός δημοσιογράφου. Κι αν εξαιρέσει κανείς τον πρόλογο και τον επίλογο, που πράγματι είναι προϊόν φαντασίας, όλα τα υπόλοιπα είναι κανονικές ιστορίες. Γράφτηκαν με άλλα ονόματα γιατί αν χρησιμοποιούσε τα αληθινά τους, το πιθανότερο είναι πως ο συγγραφέας θα διάβαζε εφημερίδες κυριολεκτικά από την Εξέδρα… των φυλακών.
Με τη φτωχή μας μνήμη, δεν θυμόμαστε άλλη τόσο πρωτότυπη προσπάθεια να μεταφερθούν γεγονότα της καθημερινότητας ενός δημοσιογράφου στο χαρτί. Στην ουσία πρόκειται για μία αυτοβιογραφική προσπάθεια συνδυασμένη με… ωραία κορδελάκια φαντασίας. Που θα μπορούσαν όμως, να είναι και αληθινά. Και αυτή ακριβώς είναι η επιτυχία του βιβλίου. Και οι μυημένοι και οι αμύητοι δεν θα ξεχωρίσουν εύκολα το αληθινό από το φανταστικό.
Όσοι το καταφέρουν θα ανακαλύψουν μερικούς μικρούς θησαυρούς που δυστυχώς είναι αδύνατον για τους περισσότερους δημοσιογράφους να τους ξεσκεπάσουν γράφοντας τα πράγματα με το όνομά τους. Ας ελπίσουμε ότι αυτή ήταν μια καλή αρχή…